- ἀληθείαις
- ἀλήθειαtruthfem dat plἀλήθειαtruthfem dat pl (epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
CILIX — Phoenicis filius; item qui e Cilicia est. Ita Solin. c. 38. A Cilice nomen trahit (Cilicia) quem aetas pristina pene ultra aevum memoriae abscondit. Hunc Phoenice ortum, qui antiquior Iove de primis terrae alumnis habetur. Herodotus vero Agenoris … Hofmann J. Lexicon universale
αλήθεια — Η ακρίβεια. Αυτό που δεν είναι ψευδές ή πλαστό. Αυτό που υπάρχει αντικειμενικά. Η πραγματικότητα. Η α. συνιστά το πρωταρχικό και δυσκολότερο πρόβλημα της ανθρώπινης γνώσης. Είναι το πρωταρχικό, στον βαθμό που η προσπάθεια για την προσέγγισή του… … Dictionary of Greek
διαυθεντώ — διαυθεντῶ ( έω) (Α) 1. βεβαιώνω με ασφάλεια, είμαι καλά πληροφορημένος («τὸ δ εἰ ταῑς αληθείαις τοιοῡτον ἐστιν... μὴ ἔχειν ἡμᾱς διαυθεντεῑν», Σέξτ. Εμπ., Προς Μαθηματικούς) 2. (με γεν.) είμαι κύριος, δεσπόζω («διδάσκειν δὲ γυναικὶ οὐκ ἐπιτρέπω,… … Dictionary of Greek